Του Αντωνίου Α. Αντωνάκου 

Καθηγητού- Φιλολόγου

Ο αφελής λαός πάντοτε πίστευε πως με την πρόοδο του κόσμου και (υποτίθεται) του πολιτισμού, θα υπήρχε ένα πολίτευμα με ένα σύνταγμα, στο οποίο να λειτουργούσαν και να εφαρμόζοντο ισοβαρώς οι νόμοι. Το ουτοπικό και το ανεφάρμοστο, βεβαίως είχε καταδειχθεί από τους αρχαίους συγγραφείς και ιδίως τον Πλάτωνα αλλά και από μετέπειτα μελετητές, όπως ο Tomas More με το έργο του «Ουτοπία»!

Αλλά και ο Θουκυδίδης είχαν γράψει ότι «όσο η φύσις των ανθρώπων μένει ίδια (έως αν η αυτή φύσις ανθρώπων ή), δεν αλλάζουν και τα πράγματα». Και η φύση των ανθρώπων είναι πάντα ίδια, ίσως βαίνει και προς το χειρότερο. Όπως έλεγε ο Πλαύτος, «ο άνθρωπος για τον άνθρωπο λύκος» (homo homini lupus)!

Ο θυμόσοφος λαός μας λέει ότι «το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι». Κι όπως πάντα, έχει δίκιο. Μια ματιά στην λίστα αυτών που έβγαλαν τα χρήματά τους στο εξωτερικό στην κρίσιμη για την πατρίδα περίοδο, και συμπεριελήφθησαν στις περίφημες «λίστες Λαγκάρντ, Λουξεμβούργου» κ.λ.π. θα μας πιστοποιήσει την σήψη και την δυσωδία του πολιτικού και όχι μόνο χρήματος. Κι όμως, ο λαός ακόμη απορεί γιατί δεν ανοίγει η λίστα «Λαγκάρντ», γιατί δεν πιάνουν όλους αυτούς, γιατί αυτοί δεν πληρώνουν, πράγματα δηλαδή αυτονόητα, που στο εξωτερικό εφαρμόζονται πάντα! Αυτά συμβαίνουν, όμως, εδώ, διότι στην πολιτική δεν κυριαρχεί η εντιμότητα αλλά η διαφθορά. Δεν κυριαρχεί η αξία αλλά η απαξία. Δεν παράγεται ούτε παιδεία ούτε πολιτισμός. Διότι φυσικά δεν μπορεί να λογισθεί σαν παιδεία η εκμάθηση κάποιων ανουσίων, τριτευούσης σημασίας, πραγμάτων και η «υποχρεωτική» παροχή ενός απολυτηρίου γυμνασίου. Όσο για τον πολιτισμό, αυτός περιορίζεται στην άμορφη και ανεικονική τέχνη, στον θεατρικό εκφυλισμό, στην ποιητική θολοκουλτούρα. Υπάρχουν, βεβαίως, φωτεινές εξαιρέσεις, που επιβεβαιώνουν απλώς τον κανόνα.

Η μόδα ακολουθεί ότι πιο εκκεντρικό υπάρχει. Δεν αναδεικνύει το κάλλος αλλά την αμορφία, το πρόσωπο και το σώμα τρυπιούνται και γεμίζουν από σχήματα δερματοστιξίας (ελλαδιστί τατουάζ). Τα μαλλιά, ακόμη και των ανδρών, βάφονται μπλε, πράσινα, κίτρινα κι αυτό θεωρείται «μόδα»! Ο κόσμος ασχολείται μόνο με τα προσωπικά του προβλήματα, τα οποία πολλαπλασιάστηκαν τα τελευταία χρόνια με την πτώχευση, την ανεργία, τις απολύσεις, την κατάλυση κάθε αισθήματος δικαίου και εργασιακού δικαιώματος!

Ο λαός πίστεψε τους ψεύτες και λαοπλάνους, διότι τον βόλευαν τα έτοιμα ψέματα που του σέρβιραν, δεν ερευνούσε, δεν έψαχνε, δεν ανακάλυπτε. Αν κάποιος «εν πνεύματι Κασσάνδρας» τους απεκάλυπτε την αλήθεια, αυτό αποτελούσε αντικείμενο μόνο φιλολογικής συζητήσεως ή «σχολιασμού καφενείου»! Η εθελοντική συμμετοχή του λαού στην καταστροφή του είναι αυτή, που δεν μπορεί να τον βάλει απέναντι στο πρόβλημα. Είναι ο ίδιος μέρος και συνδημιουργός του προβλήματος.

Θα μου πείτε ότι τα προβλήματα υπάρχουν για να λύνονται. Συμφωνώ. Αυτό, όμως, προϋποθέτει θέληση, εντιμότητα, ανεξαρτησία και κυρίως δικαιοσύνη. Αυτή θα δώσει το αίσθημα του Δικαίου στον άνθρωπο. Ο μεγάλος μας φιλόσοφος Πλάτων στον «Γοργία» (479 d) έχει γράψει: «Δεύτερον άρα εστίν των κακών μεγέθει το αδικείν το δε αδικούντα μη διδόναι δίκην πάντων μέγιστόν τε και πρώτον κακών πέφυκεν», που σημαίνει «κατά συνέπεια ή αδικία(το αδικείν) είναι το δεύτερο σε μέγεθος εκ των κακών.

Αλλά εκείνο, το οποίο είναι αληθινά το μέγιστο και το πρώτο μεταξύ όλων, είναι το να μη τιμωρείται κανείς, ενώ αδικεί!!! Κι εδώ, στην Ελλάδα, δεν τιμωρείται κανείς δυνατός, διότι απλώς είναι δυνατός. Η, πιο σωστά, διότι φαίνεται δυνατός, εφ’ όσον ο λαός παρουσιάζεται κατακερματισμένος.

Έτσι ο λαός θα πληρώνει πάντα φόρους, οι πλούσιοι ποτέ, ο λαός θα στέκεται στην ουρά των τραπεζών να πληρωθεί την σύνταξή του για να ξεπληρώσει την ίδια στιγμή αυτά, που του επέβαλλαν οι πολιτικοί, διότι ο ίδιος ήταν αδιάφορος.

Έγιναν Ολυμπιακοί αγώνες, ανατέθηκαν δημόσια έργα, επωλήθησαν κερδοφόρες ελληνικές επιχειρήσεις, σπαταλήθηκαν πακέτα «τύπου Ντελόρ» και έδωσαν επιχορηγήσεις σε «λαμόγια» με την «ευλογία» (με το αζημίωτο φυσικά) και την πολιτική προστασία, βεβαίως, ισχυρών και χίλια μύρια άλλα!

Γι’ αυτό «τα παχύδερμα της δημοκρατίας» κοροϊδεύουν τον ταλαίπωρο λαό και γελούν από μέσα τους, όταν τον βλέπουν να μην έχει να φάει, να ζεσταθεί, να πληρώσει υποχρεώσεις, να μορφώσει τα παιδιά του. Γελούν, υποκρινόμενοι ότι συμπάσχουν μαζί του. Πως συμπάσχει, όμως, κάποιος, που δεν υφίσταται τις ίδιες καταστάσεις, δεν το κατάλαβα ποτέ.

Έχοντας αυτή την απορία, μου δημιουργήθηκε σαν έμπνευση στον νου ένας «νεοαισώπειος μύθος». Σαν ταινία πέρασαν από μπροστά μου τα πεπραγμένα όλων αυτών των «παχυδέρμων».

Και σκέφθηκα ότι αυτά είχαν ένα συμπόσιο στην εξοχή(ελληνιστί τσιμπούσι). «Έφαγαν τον αγλέουρα», όπως λέει και ο θυμόσοφος λαός μας! Έφαγαν ψητά, κυνήγια, γουρουνόπουλα, ακριβά ψάρια και κάθε είδους πανάκριβο έδεσμα. Όταν έφαγαν τα πάντα, έπεσαν κάτι αρπακτικά πουλιά και έκλεψαν τα τελευταία απομεινάρια, που είχαν αφήσει οι ήδη χορτασμένοι του σκασμού συνδαιτυμόνες. Εκεί στην εξοχή, όμως, υπήρχαν και διάφορες μυρμηγκοφωλιές. Πλάκωσαν, λοιπόν, τα μυρμήγκια και άρχισαν να κουβαλούν (εν είδει συντάξεως) τα ψίχουλα, που είχαν πέσει κάτω στο χώμα. Τότε έσκυψε ένα συμποσιαζόμενο παχύδερμο και είπε στα μυρμήγκια: «Είδατε παιδιά; «συνδαιτυμόνες εσμέν», δηλαδή σε πιο ελεύθερη απόδοση «μαζί τα φάγαμε!» πληρώστε, λοιπόν, το μερίδιό σας για το γεύμα, από τα ψίχουλα που κουβαλάτε! Και τα εργατικά μυρμήγκια το πίστεψαν, δεν κατάλαβαν πως εξαφανίστηκαν από το τραπέζι τα πλούσια αγαθά ούτε πως τα κατέστησαν συνενόχους να πληρώσουν με τα ψίχουλά τους το συμπόσιο των παχυδέρμων!

Εκείνα, όμως, τα παχύδερμα, οι νόμοι δεν τα πιάνουν.

Κι επειδή δεν μπορούσαν τα μυρμήγκια να καταλάβουν το γιατί, ένα σοφότερο εξ αυτών ανέφερε ένα απόφθεγμα του Ζάλευκου, ενός αρχαίου Έλληνα νομοθέτη! Ο Ζάλευκος, τους είπε, ήταν νομοθέτης στους Λοκρούς. Επειδή όμως ήξερε ότι η εφαρμογή των νόμων ήταν πάντα στα χέρια της κάθε εξουσίας και των δυνατών του κάθε συστήματος, γι’ αυτό απεφάσισε να τους πει ένα παράδειγμα, μήπως και κατανοήσουν τι συνέβαινε πάντοτε σε παρόμοιες περιπτώσεις: «Ζάλευκος ο των Λοκρών νομοθέτης, τους νόμους έφησε (είπε) τοις αραχνίοις ομοίους είναι. Ώσπερ γαρ εις εκείνα, εάν μεν εμπέση μυία ή κώνωψ, κατέχεται(συλλαμβάνεται). Εάν δε σφήξ η μέλιττα, διαρρήξασα αφίπταται. Ούτω  και εις τους νόμους, εάν μεν εμπέση πένης (πτωχός), συνέχεται. Εάν δε πλούσιος ή δυνατός λέγειν, διαρρήξας αποτρέχει(φεύγει, απομακρύνεται)»!

Τα αποφθέγματα αυτά τα βλέπουμε σήμερα στις παλιές ελληνικές ταινίες αλλά δεν δίνουμε σημασία. Στην ταινία «Τζένη Τζένη» για παράδειγμα, βλέπουμε τον κομματάρχη του Γκόρτσου, (Διονύση Παπαγιαννόπουλο) να λέει στην αδελφή του: «Άσε, παιδί μου, τον λαό να εκφράσει ελευθέρως το φρόνημά του»!

Κι όταν αυτή αναρωτιέται γιατί χειροκροτούν, απαντά: «Αυτή είναι η δουλειά του λαού. Να χειροκροτεί και να ψηφίζει». Στην ίδια ταινία στην ιδιαίτερη συζήτηση, μεταξύ του χρηματοδότη εφοπλιστή Κασσανδρή (Λάμπρου Κωνσταντάρα) και του υποψηφίου βουλευτή Μαντά (Ανδρέα Μπάρκουλη), ο εφοπλιστής του λέει: «Πρέπει να βγεις οπωσδήποτε βουλευτής. Μη ξεχνάς ότι στην εκλογή σου στηρίζω τεράστια συμφέροντα». Αυτό το ξέρει ο υποψήφιος. Όμως, όταν τον ρωτούν στο καφενείο, αν θα κάνει κάτι για τον λαό αυτός απαντά υποκριτικά: «Αυτή είναι η πρόθεσή μου. Όπως ξέρετε εγώ δεν έχω κανένα προσωπικό πρόβλημα. Αν κατεβαίνω βουλευτής είναι για να υπηρετήσω… τον τόπου μου!»

Έτσι ψηφίζονται, αγαπητοί φίλοι, τα τζάκια, οι δυνατοί, έτσι δημιουργούνται από τους ίδιους οι νόμοι, αυτούς μόνο προστατεύουν. Όσο για τα μικρά έντομα, τον φτωχό λαό, αν πέσει στον ιστό της αράχνης του νόμου, θα του απομυζήσει τους χυμούς του μέχρι τέλους. Εκτός, αν έστω και μυρμήγκι, βγάλει φτερά και πετάξει. Αυτό, όμως, είναι αντικείμενο άλλου μύθου, τον οποίο θα πούμε άλλη φορά!

Λίγα λόγια για το συντάκτη του άρθρου

Author: Νέοι Καιροί εν Αιγίω Email: [email protected]

Προηγούμενο άρθροΈφαγε 30 χρόνια φυλακή επειδή έβριζε στο Facebook
Επόμενο άρθροΠροσωπο-γραφία Χριστόπουλος Απόστολος Δικηγόρος