Aπό μία περιπλάνηση στο Μέγα Σπήλαιο, τη Ζαχλωρού έως και το Διακοφτό με άξονα πάντα το θαυμαστό φαράγγι!
Διασχίζοντας το ρέμα της Βούρας
ΚΕΙΜΕΝΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: Κυριάκος Παπαγεωργίου
Ο μυθικός Ηρακλής, ζώντας ψηλά στις νεραϊδοκορφές του Χελμού και του Ερύμανθου, γνώρισε κι ερωτεύτηκε κάποτε τη Βούρα, την κόρη του Νεφεληγερέτη και της Ελίκης, η οποία ζούσε στα παράλια του Αιγίου. Αγωνιώντας να τη συναντήσει και μην μπορώντας να κατηφορίσει εύκολα στον Κορινθιακό, επιδόθηκε, κατά το μύθο, στο άνοιγμα ενός περάσματος (στενού), ανάμεσα στο Παναχαϊκό και το Χελμό, ώστε να φτάσει κάτω στη θάλασσα και να συναντήσει την αγαπημένη του.
Αυτό το πολύ στενό πέρασμα, ανάμεσα στις άγριες και κατακόρυφες ορθοπλαγιές του Χελμού που έγινε φαράγγι, ονομάστηκε από το όνομα της Βούρας, Βουραϊκός.
Σήμερα είναι γνωστό στον περισσότερο κόσμο ως χαράδρα του Βουραϊκού ποταμού. Έγινε όμως διάσημη η χαράδρα αυτή εξ αιτίας του Οδοντωτού Σιδηρόδρομου που χαράχτηκε στα σπλάχνα του φαραγγιού, για να συνδέσει τα παράλια του Αιγίου με την περιοχή των Καλαβρύτων.
Αυτή η χαραγμένη γραμμή του Οδοντωτού ανακάλυψαν πολλοί ορειβάτες και φυσιολάτρες και την ενέταξαν στα προγράμματα διάσχισης ορεινών διαδρομών. Από τότε δε που διακόπηκε- όπως και του «Μουτζούρη» το τρενάκι- η λειτουργία καθώς και κάθε κυκλοφορία συρμών και ελευθερώθηκε η γραμμή, άναψε το πράσινο φως για να την «καταλάβουν» οι φανατικοί των βουνίσιων αθλημάτων και οι περιπατητές. Εννοείται ότι όσο λειτουργούσε, τα παλιά χρόνια ο συρμός του Οδοντωτού, απαγορεύονταν η περιφορά και η διάσχιση των περιπατητών, πράγμα που με τον καιρό ατόνησε και σήμερα πια, μετά την επαναλειτουργία του οδοντωτού, συμβαίνει να κινούνται περισσότεροι άνθρωποι από τους συρμούς του ιδιότυπου τρένου, σε μια αγαστή, ωστόσο, κυκλοφορία.
Η διάσχιση του Βουραϊκού αποτελεί σήμερα ένα από τα πιο αγαπημένα σπορ στα οποία επιδίδονται οι Έλληνες. Η κατάβαση του φαραγγιού γίνεται με τα πόδια, με ποδήλατο βουνού είτε με canyoning.
Ωστόσο υπάρχει μια ποικιλία και αναδοχή συνδυασμών στις διαδρομές που μπορεί να γίνουν σε όλο το φάσμα της σιδηροδρομικής γραμμής. Μπορεί να εντάξει κανένας σε αυτές είτε μια κυκλική πορεία με ανάβαση από το Ρούσκιο και κατάβαση του Βουραϊκού, είτε μια διάσχιση του όρους Σκεπαστού και των πολύ σπουδαίων ιστορικών περιοχών της Πλατανιώτισας και της Κερπινής, είτε μία πεζοπορία από το Διακοφτό ως τα Νιάματα με επιστροφή είτε και το ωραιότερο από όλα, ένας συνδυασμός δηλαδή ορειβατικής πορείας μέχρι το Μέγα Σπήλαιο και κατάβαση του φαραγγιού.
Αυτή την τελευταία επιλογή- την ανάβαση από τη Ζαχλωρού στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, τη διάσχιση του οροπεδίου της Βούρας και την κατάβαση από το σταθμό της Κερπινής ως το Διακοφτό- θα αναλάβουμε να πραγματοποιήσουμε μια μέρα του φετινού Οκτώβρη.
Η εμπειρία των πολλαπλών αναβάσεων από το Διακοφτό ως τη Ζαχλωρού και η γνώση του ορεινού πεδίου της Αχαΐας, ανάμεσα από τα βουνά του Χελμού, του Παναχαϊκού και του Ερύμανθου, αποτέλεσε την αιτία αλλά και το κίνητρο για την προετοιμασία και την πραγματοποίησης αυτής της ορεινής διάσχισης, η οποία θεωρείται ως μια από τις πιο συγκλονιστικές στον ελλαδικό χώρο.
Το Εθνικό Πάρκο του Βουραϊκού, όπως έχει χαρακτηριστεί από την Πολιτεία, είναι προστατευμένο από το καθεστώς της Natura 2000 κι έχει τύχει της ευμενούς διαχείρισης, αλλά και αντιμετώπισης, τόσο από τους φορείς, όσο και από τους περιπατητές.
Είναι ένα υγιές οικοσύστημα με ένα δυναμικό τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους που περιλαμβάνει άγριους γκρεμούς, έντονα αναπτύγματα ασβεστολίθων, εντυπωσιακές ορθοπλαγιές, πλατανοδάση και ορμητικά νερά. Ιδιαίτερα τα πετρώματα είναι ποικιλόμορφα, διότι περιλαμβάνουν κροκαλοπαγή, ασβεστόλιθους, ραδιολαρίτες και ιζηματογενή που προήλθαν από την συναρπαστική διαδικασία της αποσάρθρωσης, μέσω της «διαγένεσης» που αποτελεί και το χαρακτηριστικό του τοπίου.
Η φαντασμαγορία των τοπίων του και των εναλλακτικών σχηματισμών, από ανεμόβραχα και πέτρινα κρεμαστάρια, συναρπάζει και τον πιο απαιτητικό φυσιολάτρη, για αυτό και γίνεται ένα από τα ελκυστικότερα ορεινά διαβήματα των ανθρώπων της φύσης.
Σε μια οπό αυτές τις ανυπέρβλητες ορθοπλαγιές του φαραγγιού είναι χτισμένο το επιβλητικό και ιστορικό μεγαλομονάστηρο του Μεγάλου Σπηλαίου, ψηλά πάνω από τη δασωμένη κοιλάδα της Βούρας μια ώρα περίπου, μετά πόδια, από το σιδηροδρομικό σταθμό της Κάτω Ζαχλωρούς.
Στις βαθιές και ονειρεμένες κοίτες της κοιλάδας του Βουραϊκού κρύβονται ακόμη οι υπέροχες υδρόβιες βίδρες που μπορεί να τις συναντήσει κανένας κρυμμένες από τα αγοραία βλέμματα, δίπλα από τις όχθες του.
Πάνω από το ρουμάνι του φαραγγιού γυροπετούν βραχοπερίστερα, κιρκινέζια, γιδαετοί, χρυσαετοί και πετρίτες. Ακόμη ζουν εδώ πάνω και μερικά από τα τελευταία εναπομείναντα ζευγάρια του όρνιου.
Η φύση γύρω μας εμπλουτίζεται από τους καταπληκτικούς δίανθους, τα κολχικά και τις ανεμώνες. Ακόμη – ακόμη συναντάμε την περίφημη αχιλλεία και αρκετές καμπανούλες, δύο από τα πολλά ενδημικά αγριολούλουδα της Πελοποννήσου.
Στο μήκος του φαραγγιού, ενός φαραγγιού που εγκλείεται στα περίπου πέντε χιλιόμετρα, έχουν χτιστεί πολλές λίθινες και σιδερένιες γέφυρες, σιδηροδρομικού τύπου και αρκετές σήραγγες, με ιδιαίτερη κι εντυπωσιακή αρχιτεκτονική.
Το ευτύχημα είναι πως το φαράγγι και ο οδοντωτός διατηρούν την αρχική υποδομή της κατασκευής που, παρόλη τη διαδρομή των 120 χρόνων, δεν έχει αλλοιωθεί στο ελάχιστο. Η κατασκευή αυτή άρχισε το 1889 και περατώθηκε ύστερα από εφτά χρόνια.
Όλο το μήκος της γραμμής που κατασκευάστηκε, με αφετηρία το Διακοφτό και κατάληξη τα Καλάβρυτα, είναι 22.300 μέτρα. Από αυτά, τα τρισήμιση χιλιόμετρα περίπου, είναι κατασκευασμένα με την ειδική οδόντωση, οπλισμένη με σιδερένιο γρανάζι, δηλαδή, που βρίσκεται στη μέση των δύο τροχιών και λίγο υπερυψωμένο. Το πλάτος της γραμμής δεν ξεπερνάει τα εβδομηνταπέντε εκατοστά του μέτρου. Τα δόντια της γραμμής μαζεύονται με έναν εντυπωσιακό σχηματισμό, λαξεύοντας τη γραμμή και ροκανίζοντας τη διαδρομή.
Από τα 22.300 μέτρα του συνολικού ανύσματος της σιδηροδρομικής γραμμής εμείς θα κάνουμε τα 18.200 μέτρα, όσα αντιστοιχούν στη διαδρομή Κερπινή- Διακοφτό. Το υπόλοιπο τμήμα της γραμμής είναι αδιάφορο, διασχίζει έναν ξερότοπο της κοιλάδας των Καλαβρύτων και βαδίζει δίπλα από τον οδικό άξονα Τράπεζας- Καλαβρύτων. Συνεπώς δεν έχει κανένα ενδιαφέρον και δεν προτείνεται για περπάτημα.
Η ενδιάμεση κίνηση προς το Μέγα Σπήλαιο ποικίλλει τη διάσχιση, δεν απομακρύνεται από τη χαράδρα, η οποία έτσι κι αλλιώς δεν χάνεται ποτέ από τα μάτια μας, όσο ανηφορίζουμε προς το ιστορικό μοναστήρι.
Η κίνησή μας έχει ως εξής:
Ξεκινούμε από το Διακοφτό με τον συρμό του Οδοντωτού, στις 10.30. σε τρία τέταρτα περίπου το τρένο και αφού κάνει δύο στάσεις στα Νιάματα και στα Τρίκλια, θα φτάσει στο σταθμό της Κάτω Ζαχλωρούς, που αποτελεί και το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της διαδρομής του. Ενδιαφέρον, όσον αφορά τον σταθμό, την ξεκούραση για όσους περπατάνε σε ολόκληρη τη γραμμή είτε ανηφορίζοντας είτε κατηφορίζοντας και ως αφετηρία της ανάβασης στο Μέγα Σπήλαιο.
Εδώ βρίσκονται δυο ωραίες ταβέρνες, με ντόπια προϊόντα, ένα υποτυπώδες, αλλά παραδοσιακό ξενοδοχείο κι ένας ωραίος- ο ωραιότερος της γραμμής- σιδηροδρομικός σταθμός, με δίρριχτη κεραμιδένια στέγη.
Εδώ, σε αυτόν το σταθμό, θα κατεβούμε και θ’ αρχίσουμε την ημερήσια πορεία μας στο εξαιρετικά δυσπρόσιτο και σκληροτράχηλο αυτό τοπίο της χώρας μας. Το δυσπρόσιτο έγκειται στην απότομη ορθοπλαγιά που ζώνει το φαράγγι και από τις δύο πλευρές του και καθιστά το πέρασμα όχι μόνο απολαυστικό μα και συναρπαστικό.
Φαράγγια στην Ελλάδα υπάρχουν αμέτρητα. Τα περισσότερα είναι απροσέγγιστα στον πολύ κόσμο και, για το λόγο αυτό, άγνωστα. Είναι γνωστά και προσβάσιμα στους εξειδικευμένους διασχίστες (καταβάσεις κατακόρυφων σχισμών –canyoning με ραπέλ- τα περισσότερα των οποίων γέμουν από καταρράχτες). Αυτά τα τοπία είναι, ωστόσο, για λίγους.
Υπάρχουν όμως και φαράγγια που δεν χρειάζονται εξοπλισμό και διασχίζονται, με λίγη τόλμη παραπάνω, και με έναν απολαυστικό περίπατο. Τέτοιο μικτό φαράγγι είναι του Βουραϊκού, το οποίο μπορεί να περπατιέται ολόκληρο με τα πόδια, κατά μήκος της ανοιχτής γραμμής, αλλά διασχίζεται και από τους ειδικούς διασχίστες μέσα από την κοίτη του, σε ορισμένα σημεία της οποίας υπάρχουν εκπληκτικά όμορφα σιφόνια, βάραθρα και καταβόθρες.
Από την πλαϊνή δεξιά μεριά της δεύτερης ταβέρνας φεύγει ένα πετραδερό μονοπάτι που ανηφορίζει στην αρχή μεσ’ από θάμνους και αβραγιές. Τα πατήματα είναι σταθερά, παρόλο που βαδίζουμε επάνω και δίπλα από στουρναρόπετρες και βραχολίθαρα.
Όσο ανηφορίζουμε τόσο πιο πανοραμικό μας αποκαλύπτεται το τοπίο της χαράδρας, αλλά και ο κάθετες τομές των ορθοπλαγιών που δεσπόζουν και στις δύο πλευρές της.
Σε ένα ελάχιστο τμήμα της μιας ορθοπλαγιάς είναι σφηνωμένη η χάραξη της γραμμής που κινείται παράλληλα με το ρέμα του Βουραϊκού.
Η κατεύθυνση μας είναι νότια, καθώς ανηφορίζουμε προς τις κορυφές των βόρειων δασωμένων υπωρειών του Χελμού. Εντυπωσιακά εμφανίζονται, η μία μετά την άλλη, όλες οι απότομες πλαγιές και οι κρεμάμενοι βράχοι.
Η διαδρομή κρατάει μία ώρα περίπου και δέκα λεπτά, όταν φτάνουμε στο πλάτωμα που φιλοξενεί ένα καινούργιο διαμονητήριο. Λίγα μέτρα ψηλότερα από το δρόμο αποκαλύπτεται το θηριώδες οκταόροφο κατασκεύασμα της μονής, που όμως, δεν διεκδικεί δάφνες αρχιτεκτονικού θαυμασμού.
Η μονή του Μεγάλου Σπηλαίου κουβαλάει μεγάλη ιστορία. Όσοι ανέβηκαν ως τα Καλάβρυτα θα είδαν, δέκα χιλιόμετρα πριν από αυτά, εκείνο το επιβλητικό οκταόροφο μεγαθήριο που είναι κολλημένο στην ορθοπλαγιά του Βουραϊκού.
Πρωτοχτίστηκε το έτος 361 μ.Χ. από δύο περιπλανώμενους μοναχούς, τον Συμεών και το Θεόδωρο, που ψάχνοντας ένα απόμερο σημείο βρέθηκαν μπροστά σε μια μεγάλη σπηλιά, κάτω από αυτόν τον εντυπωσιακό βράχο, πάνω από το Βουραϊκό, σε υψόμετρο 900 μέτρων.
(Συνεχίζεται)
Για τους «Νέους Καιρούς εν Αιγίω»
Κυριάκος Παπαγεωργίου
Λίγα λόγια για το συντάκτη του άρθρου
Author: Νέοι Καιροί εν Αιγίω Email:[email protected]