Από τον Γιάννη Δρουγούτη

Η Παρασκευή  είναι ένα από τα ομορφότερα χωριά του Δήμου Αιγιάλειας. Είναι κτισμένη αμφιθεατρικά  στις βόρειες απολήξεις του όρους Μπαρμπάς ,  δυτικά και χαμηλότερα του οροπεδίου της Κουνινάς και σε υψόμετρο 662 μέτρων, με θέα προς τον Κορινθιακό κόλπο. Η πλούσια βλάστηση, τα πολλά τρεχούμενα νερά  και το πανέμορφο αισθητικό δάσος  που απλώνεται στη περιοχή, κάνουν τη Παρασκευή έναν πανέμορφο προορισμό  για κάθε επισκέπτη. Τον  χειμώνα μπορεί οι μόνιμοι κάτοικοι να μην ξεπερνούν τις σαράντα ψυχές, το καλοκαίρι όμως  πλημμυρίζει από κόσμο που προτιμά τις ήσυχες και δροσερές ημέρες στο βου

 Το 1833, το χωριό  εξ αιτίας του πληθυσμού του, ήταν η  πρωτεύουσα του Δήμου Μεγανίτιδος.   Ενδεικτικό της οικονομικής ευμάρειας  αλλά και των πολλών παιδιών που  υπήρχαν  στην  περιοχή  είναι η κατασκευή του Δημοτικού Σχολείου του χωριού, περίπου στα 1880, όταν σε ολόκληρη την Αιγιάλεια υπήρχαν μόνο  άλλα δύο, αυτά του Αιγίου και της Φτέρης. Το σχολείο κτίστηκε στη θέση όπου βρισκόταν η οικία  του αγωνιστή της Επανάστασης  του ΄21 Δημήτρη Μελετόπουλου. 

Στις αρχές  του 20ου αιώνα, αξίζει να σημειωθεί ότι εδώ  ιδρύθηκε  ο πρώτος αγροτικός συνεταιρισμός της Αιγιάλειας από τον Ιωάννη Σπηλιόπουλο,  τον μετέπειτα ιδρυτή του Αγροτικού Σταφιδικού Οργανισμού (ΑΣΟ).  Οι δραστήριοι κάτοικοι του χωριού δεν θα μπορούσαν να μείνουν αμέτοχοι στους αγώνες της πατρίδας μας για ελευθερία κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Στις πέντε Απριλίου του 1943 λίγο έξω από το χωριό, σ΄ ένα λινό, μια μικρή ομάδα αγωνιστών υπό τον Γεώργιο Αγγελόπουλο,  τότε εκδότη της εφημερίδας  του Αιγίου «Φλόγα»,  ορκίστηκε  να συμμετάσχει στον αγώνα εισχωρώντας στην αντιστασιακή ομάδα του Δημήτριου Μίχου ή καπετάν Μίχου  που ανέπτυξε πλούσια δραστηριότητα στη βόρειο Πελοπόννησο και την Αχαΐα.

Αυτός ο τόπος όμως είναι και η γενέτειρα σπουδαίων αγωνιστών του ‘21  που τα ονόματά τους έχουν γραφθεί με χρυσά γράμματα στον ιστορικό χάρτη της χώρας μας. Από την Παρασκευή κατάγονταν  ο Δημήτριος Μελετόπουλος, πρωτοπαλίκαρο του Κολοκοτρώνη που όπως θυμούνται οι παλιοί,  συνήθιζε  να τον φωνάζει  «παιδί μου» ,επίσης ο αντιστράτηγος Ιωάννης Φεϊζόπουλος,  συναγωνιστή ς  του Κολοκοτρώνη και ο Χιλίαρχος Ορεινός, που αποτελεί και την αιτία που με έφερε σ΄ αυτή τη γραφική γωνιά τη Αιγιάλειας.

Το πραγματικό όνομα του Χιλίαρχου Ορεινού ήταν Κωνσταντίνος Ιωάννου.  Το Χιλίαρχος είναι στρατιωτικός τίτλος που του είχε δώσει ο Κολοκοτρώνης ενώ το Ορεινός είναι προσωνύμιο  που είχε σχέση με την καταγωγή του από το ορεινό χωριό της Παρασκευής. Ο Χιλίαρχος Ορεινός μαζί με τον Ιωάννη Φεϊζόπουλο και  τον Δημήτριο Μελετόπουλο έλαβε μέρος στη μεγάλη μάχη των Δερβενακίων ενώ  λίγες ημέρες αργότερα οι άξιοι πολεμιστές αντιμετώπισαν  τα υπολείμματα της στρατιάς του Δράμαλη στο στενό μεταξύ Ακράτας και Πλάτανου.  Λίγο αργότερα,   ο Ορεινός υπερασπίστηκε το Μεσολόγγι κατά την διάρκεια της πρώτης  πολιορκίας του από τον
Κιουταχή Πασά ενώ στην πορεία , τέθηκε αντιμέτωπος με το στρατό του Ιμπραήμ,  πρώτα στις  18 Ιουλίου του  1827 στο Βερίνο και μετά  στις 26 Αυγούστου του ίδιου έτους στη Καυκαριά , κοντά στη Ρακίτα.   Από την Κυβέρνηση τιμήθηκε για την τόσο μεγάλη προσφορά του στον αγώνα με το « Χαλκούν Αριστείον»  ενώ μετά την απελευθέρωση κατετάγη στην «Προικοδοτημένη Φάλαγγα «που δημιουργήθηκε με  το  Βασιλικό Διάταγμα της 1ης Ιανουαρίου 1838 για την αποκατάσταση των αγωνιστών. Σε αυτήν   συμμετείχαν όσοι επιθυμούσαν, αντί μισθού, να λάβουν  από το κράτος γη.

Η οικογένεια των Ορεινών διέμενε στον Πύργο που σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν συγκεντρώσει οι σημερινοί ιδιοκτήτες του, έχει χτιστεί  πριν το 1300.  Το  1956 ο Πύργος κρίθηκε διατηρητέο μνημείο με την υπ. αρ. υπουργική απόφαση 115372/5835-13.01.1956 που δημοσιεύθηκε στο 27/ΤΒ Φύλλο της Κυβερνήσεως στις επτά Φεβρουαρίου του ιδίου έτους. Ο Πύργος σήμερα ανήκει στην εποπτεία  της 6ης  Εφορίας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.

Ο Πύργος των Ορεινών είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα οχυρωμένης κατοικίας  με πολεμίστρες και  εξωτερικούς τοίχους με μεγάλο πάχος που κυμαίνεται από  εκατόν δεκαπέντε έως εκατόν είκοσι εκατοστά. Είναι ένα διώροφο επιβλητικό κτίσμα  που δεσπόζει στο κέντρο του χωριού .Οι πολεμίστρες, αρκετές από τις οποίες διασώζονται και σήμερα, μαρτυρούν την ταυτότητά του ενώ οι ξυλοδεσιές  στο εσωτερικό του  που διακρίνονται στους τοίχους και πάνω από τις θύρες, είναι οι αρχικές και δεν έχουν αντικατασταθεί ούτε μετά  την πρόσφατη ανακαίνισή του.

Στο πέρασμα του χρόνου ο Πύργος χρησιμοποιήθηκε με πολλούς και διαφορετικούς μεταξύ  τους τρόπους. Την περίοδο της Βενετοκρατίας , γύρω στα 1600  για παράδειγμα,  χρησιμοποιήθηκε ως οχυρό λόγω της περίοπτης θέσης του .  Στη συνέχεια, την περίοδο της Τουρκοκρατίας , γίνεται το σπίτι  του Τούρκου  Πασά καθώς η Παρασκευή με τα γύρω χωριά Μαυρίκι, Κουνινά, Αράχωβα, Γκραίκα, Τούμπα, Γρηγόρι, Χατζή και Κακοχώρι (Δάφνες),  υπήρξε  πασαλίκι που αριθμούσε περίπου πέντε χιλιάδες ψυχές.Τότε ήταν που τα υπόγεια του Πύργου λειτούργησαν ως  φυλακές  γι΄ αυτούς που συνελάμβανε ο  Πασάς.  Περίπου στα 1700, Έλληνες με μεγάλη περιουσία  αγόρασαν  πολλά αρχοντικά από τους Τούρκους,  με τον Πύργο, όπως φαίνεται να περνά  στην οικογένεια του Χιλίαρχου Ορεινού. Οι Ορεινοί κατοίκησαν τον Πύργο για περίπου εκατό χρόνια αφού λίγο πριν την Επανάσταση του ΄21  έφυγαν από την Παρασκευή  και εγκαταστάθηκαν μόνιμα στο νέο τους αρχοντικό στο Αίγιο, στο κέντρο της πόλης ακριβώς εκεί που σήμερα υπάρχει η οδός που φέρει το όνομα του Χιλίαρχου.

Ο πρώτος ιδιοκτήτης μετά τους Ορεινούς  ήταν ο Στάθης Καρανικόλας ο οποίος ήταν μάλλον εσωτερικός μετανάστης από τη Ρούμελη όπως με πληροφορεί η κα Βαρβάρα Καρανικόλα. Ο Πύργος από τον Στάθη Καρανικόλα πέρασε  στον γιο του Ασημάκη, από τον Ασημάκη στο γιο του Νικόλαο  κι αυτός με την σειρά του τον κληροδότησε  στον γιο του Ασημάκη. Οι σημερινοί ιδιοκτήτες είναι  οι αδελφές Βαρβάρα και  Παναγιώτα και η οικογένεια της Χρυσούλας, κόρες του  Ασημάκη Καρανικόλα . Για  περίπου διακόσια χρόνια και για πέντε συνεχόμενες γενιές , τούτο  το οίκημα παραμένει  στην  ίδια φαμίλια .

Στις τρεις αδερφές έπεσε το βάρος της αναστήλωσης, συντήρησης και επισκευής  του διώροφου Πύργου. Με πολύ δουλειά, πολύ κόπο και αρκετό  μεράκι  ξεκίνησαν οι εργασίες αποκατάστασης και μετατροπής του  σε τρεις λειτουργικές οικίες διατηρώντας παράλληλα το αρχιτεκτονικό  του  ύφος και  την αρχική του μορφή. Διατηρήθηκαν  αρκετές από τις πολεμίστρες, όπως προανέφερα ,  οι ξυλοδεσιές συντηρήθηκαν παραμένοντας στην ίδια αιώνια πια θέση τους. Στα παράθυρα που βρίσκονται στον επάνω όροφο τα κάγκελα παρέμειναν τα ίδια,  αναλλοίωτα,  φρουροί στην παντοτινά αγωνιώδη  πορεία της  ανθρώπινης ύπαρξης και μάρτυρες της πλούσιας ιστορίας που φιλοξένησε μες τους καιρούς τούτη η δομημένη πέτρα.

Τα ξύλινα δοκάρια με τη κεραμοσκεπή και σίγουρα το καλαίσθητο γούστο των σημερινών του κατοίκων, δίνουν μια άλλη πιο μοντέρνα και συνάμα πιο λειτουργική διάσταση στο χώρο  διατηρώντας ταυτόχρονα αναλλοίωτα τα παλιά του στοιχεία.

Η κα Βαρβάρα με ξενάγησε σε όλους τους χώρους του Πύργου. Περπάτησα στις στενές ξύλινες σκάλες του, άγγιξα την κρύα και συνάμα ζεστή πέτρα από τα χνώτα των ανθρώπων που έζησαν εδώ , πολέμησαν , λιγοψύχησαν,  γεννήθηκαν, μεγάλωσαν και χάθηκαν  στο πέρασμα του χρόνου. Έκλεισα τα μάτια αναζητώντας ψιθύρους χαμένους στη αύρα που τέτοιοι φορτισμένοι τόποι συχνά κουβαλούν.  Προσπάθησα ν΄ αφουγκραστώ  τους ήχους από τα λυγισμένα σπαθιά, τις ομοβροντίες από τα καριοφίλια, να νιώσω την αγωνία των ανθρώπων  που πέρασαν από αυτή  τη γωνιά, να νιώσω την αντάρα της μάχης. Ήμουν σίγουρος πώς  όλα τούτα ανάκατα, κρύβονται στις μικρές σχισμές ανάμεσα στις πέτρες, πλανώνται σαν μνήμη σκληρή και απόκοσμη.

Σήμερα ο Πύργος μπορεί να διανύει  την πιο ειρηνική του περίοδο στα επτακόσια και πλέον χρόνια της ζωής του, μπορεί οι άρχοντες, οι πασάδες και οι αγωνιστές να έφυγαν, μπορεί να μην υπάρχουν πια τα κελιά στα υπόγειά του, η απώλεια όμως  και η φθορά φαίνεται πως είναι ένα  σύμφυτο κομμάτι τόσο  της ιστορίας αυτού του κτίσματος όσο και της ανθρώπινης φύσης. Δυστυχώς,  η Χρυσούλα Καρανικόλα  έφυγε απρόσμενα από τη ζωή δίχως να προλάβει να δει ολοκληρωμένες τις εργασίες συντήρησης του Πύργου του πατέρα της.

Τελειώνοντας  τις σημειώσεις μου, ακούμπησα τα χειρόγραφά μου με το στυλό στο ξύλινο τραπεζάκι, απολαμβάνοντας τον υπέροχο καφέ της κας Βαρβάρας δίπλα στο τζάκι στον επάνω όροφο. Από το παράθυρο έβλεπα αυτό που σίγουρα έβλεπαν όσοι κατοίκησαν  αυτόν το Πύργο, το αμφιθεατρικό  χωριό του Βερίνου και τα απέναντι βουνά. Εντυπωσιασμένος από την υπέροχη θέα ,αναλογίστηκα αν αρκεί μια ζωή μονάχα  για  να γνωρίσω και να καταγράψω την ιστορία αυτού  του ευλογημένου τόπου,  της  Αιγιάλειας.

Υ.Γ.   Ευχαριστώ θερμά την κα Βαρβάρα Καρανικόλα και την οικογένειά της για την ζεστή φιλοξενία της και για όλες της πληροφορίες και τα ιστορικά στοιχεία που  τόσο πρόθυμα μου διέθεσαν  για την ολοκλήρωση αυτή του άρθρου.

Το κείμενο αυτό το αφιερώνω στη μνήμη της Χρυσούλας Καρανικόλα.

Λίγα λόγια για το συντάκτη του άρθρου

Author: Νέοι Καιροί εν Αιγίω

Email:[email protected]

Προηγούμενο άρθροΑπό το θέατρο της αρχαίας Αιγείρας ως τη Βλωβοκά
Επόμενο άρθροΟινοξένεια: Πολιτιστική διαδρομή στα τοπία και στις γεύσεις της Αιγιάλειας