Συντάχθηκε από Άννα – Βιολέτα Καραγκούνη
Το τσάι παράγεται από φύλλα του φυτού με την επιστημονική ονομασία Camellia sinensis και είναι το πιο καταναλώσιμο ποτό παγκοσμίως μετά το νερό. Χωρίζεται σε 3 βασικά είδη το πράσινο, το μαύρο και το αποκαλούμενο τσάι του βουνού. Η κύρια διαφορά τους έγκειται στην επεξεργασία τους.Το πράσινο τσάι είναι το λιγότερο επεξεργασμένο κατά την παραγωγή του και γι αυτό το λόγο περιέχει περισσότερες κατεχίνες από το μαύρο και τα άλλα είδη τσαγιού. Τα φύλλα του περιέχουν 3 βασικά συστατικά, τις πολυφαινόλες, κάποιες βάσεις στις οποίες ανήκει η καφεΐνη και βασικά έλαια, τα οποία έχουν ευεργετική δράση στην ανθρώπινη υγεία.
Οι κατεχίνες όπως και οι τανίνες είναι πολύ ισχυρές αντιοξειδωτικές ουσίες, υπάγονται στις πολυφαινόλες και προσδίδουν την ιδιαίτερη πικρή γεύση σ’ αυτό το αφέψημα πράσινο τσάι διαθέτει 4 είδη κατεχινών με κυριότερο το EGCG, που συμβάλλει στην απώλεια βάρους. Επιπλέον η περιεκτικότητα του σε βιταμίνες Β, Ο, Ε και μεταλλικά στοιχεία όπως μαγνήσιο, χρώμιο, σελήνιο, ψευδάργυρο και αργίλιο ενισχύει την αντιοξειδωτική ικανότητα του.
Πολλές μελέτες αναφέρουν ότι το πράσινο τσάι συμβάλλει στην μείωση του κινδύνου των καρδιαγγειακών ασθενειών και κάποιων μορφών καρκίνου. Άλλες δράσεις του εστιάζουν στην προώθηση της στοματικής υγείας και άλλων φυσιολογικών λειτουργιών όπως διατήρηση σωματικού βάρους, αντιυπερτασική επίδραση, αντιβακτηριδιακή και αντιιϊκή επίδραση, προστασία έναντι της υπεριώδους ακτινοβολίας, αύξηση της οστικής πυκνό-τητας και νευροπροστατευτική δύναμη. Το αυξανόμενο ενδιαφέρον για τα οφέλη που προσφέρει στην υγεία, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το πράσινο τσάι ανήκει σε μια ομάδα ποτών με λειτουργικές ιδιότητες.
Η πρόσληψη θερμίδων από την κατανάλωση ενός φλιτζανιού είναι ασήμαντη, αν βέβαια δεν προστεθεί ζάχαρη, ενώ μας παρέχει 90 mg κατεχινών.
Η συνιστώμενη ποσότητα είναι 2 ποτήρια την ημέρα ειδικά για τις εγκυμονούσες και τις θηλάζουσες.
Όμως παρόλη την ευεργετική του δράση θα πρέπει να πραγματοποιείται λογική κατανάλωση γιατί μπορεί να εμφανιστούν ανεπιθύμητες ενέργειες εξαιτίας 3 παραγόντων:
1. Της περιεκτικότητας του σε καφεΐνη. Η καφεΐνη στο τσάι, αν και βρίσκεται σε μικρότερη ποσότητα από τον καφέ, προκαλεί νευρικότητα, ταχυκαρδία, διαταραχές ύπνου, πονοκεφάλους και επιγαστρικό πόνο.
2. Της παρουσίας αργιλίου.
Λόγω της υψηλής του περιεκτικότητας σε αργίλιο θα πρέπει να καταναλώνεται με μέτρο από ασθενείς με νεφρικές παθήσεις, καθώς η συσσώρευση του στον οργανισμό μπορεί να προκαλέσει νευρολογικές διαταραχές.
3. Της επίδρασης των πολυφαινολών στην βιοδιαθεσιμότητα του σιδήρου στον οργανισμό.
Οι κατεχίνες του πράσινου τσαγιού μειώνουν σημαντικά τα ποσά του σιδήρου στον οργανισμό.
Γι αυτό όπως και πολλές μελέτες τονίζουν δεν θα πρέπει να καταναλώνεται από άτομα που υποφέρουν από αναιμία. Όμως η μείωση αυτή του σιδήρου μπορεί να ανασταλθεί αν προστεθεί λεμόνι στο τσάι και προσεχθεί το ημερήσιο διαιτολόγιο του ατόμου.
Συνοψίζοντας, το πράσινο τσάι θεωρείται μια αξιόλογη επιλογή για τα ενδιάμεσα μικρογεύματα λόγω των δράσεων του αν βέβαια καταναλώνεται με μέτρο!
Η πηγή γι’ αυτό το άρθρο είναι Journal of the American College of Nutrition, Vοl. 25, Νο 2, 79-99 (2006)
Λίγα λόγια για το συντάκτη του άρθρου
Author: Νέοι Καιροί εν Αιγίω Email:[email protected]