Συντάχθηκε από Νέοι Καιροί εν Αιγίω

Γράφει ο Παναγιώτης Καμπάνης, Δρ. Αρχαιολόγος – Ιστορικός, Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού / …ψυχή βασίλισσα και φιλολογωτάτη, αεί διψώσα γνώσεως και λόγου και παιδείας…    

Πέρασε ένας αιώνας από τότε που οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφάσισαν ότι ήρθε η ώρα της απελευθέρωσης και της Θεσσαλονίκης, καθώς και όλης σχεδόν της Βόρειας Ελλάδας. Η οθωμανική αυτοκρατορία δεν ικανοποιούσε άλλο τα συμφέροντα της Δύσης και έτσι αποφάσισαν το νεοϊδρυθέν ελληνικό κράτος να επεκταθεί προς το Βορρά. Όχι όμως μέχρι τα Στενά του Βοσπόρου. Αυτά μαζί με την Κωνσταντινούπολη τα άφησαν για αργότερα, μιας και δεν εμπιστεύονταν ακόμη την ικανότητα των Νεοελλήνων στη διαχείρισή τους. Πρόκειται ίσως για την μοναδική περίπτωση που ένας λαός απελευθερώνεται αφήνοντας υπό κατοχή την πολιτική και θρησκευτική πρωτεύουσά του. 

Ήταν ανήμερα της γιορτής του Αγίου Δημητρίου, 26 Οκτωβρίου του 1912, όταν ο Χασάν Ταχσίν Πασάς, ένα σκοτεινό και μάλλον άγνωστο πρόσωπο της Ιστορίας, με την χαρακτηριστική ιστορική του φράση: «Μια Θεσσαλονίκη υπάρχει κύριοι κι αυτή την παρέδωσα στους Έλληνες. Δεύτερη Θεσσαλονίκη δεν υπάρχει για να την παραδώσω σε εσάς (δηλ. τους Βούλγαρους που ήταν και σύμμαχοι των Τούρκων). Από τους Έλληνες την πήραμε και σε αυτούς την παραδίδουμε», παρέδωσε τη Θεσσαλονίκη στις ελληνικές δυνάμεις. 

Το 1913, ένα χρόνο μετά, όταν η Θεσσαλονίκη έψαχνε ακόμη να βρει τη νέα της ταυτότητα μέσα στο Ελληνικό Κράτος, κάποιοι αποφάσισαν ότι από τα πρώτα πράγματα που έπρεπε να γίνουν στην πόλη ήταν η ίδρυση ενός Βυζαντινού Μουσείου. Άλλωστε μόνη χωρίς την Βασιλεύουσα της, δικαιούταν αλλά και υποχρεούταν να αναλάβει για μια ακόμη φορά το ρόλο της Συμβασιλεύουσας. 

Η πρώτη απόφαση να ιδρυθεί «Κεντρικόν Βυζαντινόν Μουσείον» στη Θεσσαλονίκη περιέχεται σε διάταγμα του Γενικού Διοικητή Μακεδονίας, Στέφανου Δραγούμη (22/8/1913), όπου ορίζεται ότι το Μουσείο θα εγκατασταθεί  στο ναό της Αχειροποιήτου. Την ιδέα αυτή στήριξαν σθεναρά ο Μητροπολίτης Γεννάδιος και ο καθηγητής βυζαντινής τέχνης και αρχαιολογίας Αδαμάντιος Αδαμαντίου, ο οποίος άρχισε να συγκεντρώνει από όλες τις γειτονιές της πόλης τα εγκαταλειμμένα και διασκορπισμένα λείψανα του βυζαντινού παρελθόντος της. 

Λίγους μήνες αργότερα, στις αρχές του 1914, με βασιλικό διάταγμα και συνοπτικές διαδικασίες ιδρύεται στην Αθήνα το «Χριστιανικόν και Βυζαντινόν Μουσείον». Δυο Μουσεία με το ίδιο αντικείμενο για ένα μικρό κράτος ήταν πλέον πολλά. Το αποτέλεσμα ήταν να μεταφερθούν οι συγκεντρωθείσες αρχαιότητες στην Αθήνα για την καλύτερη προστασία τους και την έκθεσή τους στο υπό ίδρυση Μουσείο. Εκείνο που ξενίζει φυσικά είναι η «προστασία» τους. Από ποιον άραγε; Από τον ελεύθερο ελληνικό λαό; Τετρακόσια χρόνια σκλαβιάς και κανείς δεν τα είχε πειράξει. Τώρα κινδύνευαν ξαφνικά; Το νέο αθηνοκεντρικό ελληνικό κράτος, όπως το ζήσαμε μέσα στον 20ο αιώνα είχε αρχίσει να λειτουργεί. Και όπως έγραψε και ο στρατηγός Μακρυγιάννης «…και λευτερωθήκαμεν από τους Τούρκους και σκλαβωθήκαμεν εις ανθρώπους κακορίζικους, όπου ήταν η ακαθαρσία της Ευρώπης». 

Εξήντα τρία  χρόνια πέρασαν και το 1977 ο τότε Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής προκήρυξε πανελλήνιο αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την ίδρυση του Βυζαντινού Μουσείου Θεσσαλονίκης. Το Μάρτιο του 1989 αφού θεμελιώθηκε από την Υπουργό Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη, η οποία δυστυχώς «έφυγε» λίγους μήνες πριν από τα επίσημα εγκαίνιά του, το 1994, ξεκίνησαν οι εργασίες ανέγερσης σε σχέδια του πολυβραβευμένου και αδικοχαμένου αρχιτέκτονα Κυριάκου Κρόκου. Η πρώτη μεγάλη έκθεση που πραγματοποιήθηκε και χαράχθηκε για πάντα στη μνήμη των επισκεπτών, ήταν «Οι θησαυροί του Αγίου Όρους» το 1997. 

Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού ιδρύθηκε για να αποτελέσει κέντρο έρευνας, διαφύλαξης και μελέτης των στοιχείων του βυζαντινού πολιτισμού. Η λάμψη του πολιτισμού αυτού, που έζησε πάνω από χίλια χρόνια και πέρασε τα σύνορα της αυτοκρατορίας στην Ανατολή και στη Δύση, γοήτευσε και θάμπωσε τους σύγχρονους λαούς που άρχισαν να συρρέουν προς αυτήν άλλοτε ως εχθροί και άλλοτε ως φίλοι. Λίγοι βέβαια είχαν την απαιτούμενη παιδεία για να εκτιμήσουν την ποιότητά του, όλοι όμως διδάχθηκαν από αυτόν. 

Η χιλιόχρονη ιστορία της βυζαντινής αυτοκρατορίας διαχωρίζεται σε τρεις περιόδους: την πρωτοβυζαντινή (4ος-7ος αι.), τη μεσοβυζαντινή (8ος-12ος αι.) και την υστεροβυζαντινή (13ος-15ος αι.). Ο καθιερωμένος αυτός διαχωρισμός είναι συμβατικός, με στόχο να βοηθήσει τους ειδικούς στη μελέτη τους. Την αρχή της βυζαντινής ιστορίας δε τη σηματοδοτεί κάποια ιστορική τομή, όπως για παράδειγμα κάποια επανάσταση. Η μετάβαση από το ρωμαϊκό στο βυζαντινό κόσμο έγινε αργά και σταδιακά. Μάλιστα, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας της βυζαντινής αυτοκρατορίας, οι πολίτες της αποκαλούσαν τους εαυτούς τους Ρωμαίους και το κράτος τους «βασιλεία των Ρωμαίων»: οι όροι «Βυζάντιο» και «Βυζαντινός» καθιερώθηκαν μόλις το 19ο αιώνα από τους ερευνητές. 

Το ΜΒΠ διαρθρώνεται σε έντεκα θεματικές αίθουσες, όπου με διάφορες υποενότητες, έχει ως στόχο να προβάλλει αποκλειστικά την καθημερινότητα των ανθρώπων που έζησαν και δημιούργησαν, ο καθένας από το δικό του μετερίζι, το παγκόσμιο αυτό θαύμα, όχι όπως την κατέγραψαν οι διάφοροι ιστορικοί του παρελθόντος και του παρόντος, αλλά όπως αυτή παρουσιάζεται «γυμνή» μέσα από την αρχαιολογική σκαπάνη. Συνήθως τα Μουσεία επικεντρώνονται στην τέχνη και ιδιαίτερα στους ισχυρούς άρχοντες, βασιλείς και αυτοκράτορες, ως μοναδικούς δημιουργούς των πολιτισμών. Το ανώνυμο ανθρώπινο δυναμικό, στο οποίο ανήκουμε οι περισσότεροι, αποτελούμε το λίπασμα της Ιστορίας!!! 

Ομοίωμα βυζαντινού πλοίου φορτωμένο με μεσοβυζαντινούς αμφορείς (12ος αι.)

Υπάρχει και μια άλλη πλευρά του Μουσείου, οι αποθήκες και τα εργαστήρια του, τα οποία αποτελούν την αθέατη για τους επισκέπτες όψη του. Η εύρυθμη λειτουργία ενός Μουσείου βασίζεται στην καλή οργάνωσή τους. Το Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού ευτύχησε από τον αρχιτεκτονικό του σχεδιασμό από τον Κυριάκο Κρόκο να διαθέτει αποθηκευτικούς και εργαστηριακούς χώρους περίπου 5.000 τ.μ., το διπλάσιο δηλαδή των εκθεσιακών του χώρων. Ένας πιο «ανορθόδοξος» τρόπος αποθήκευσης υιοθετήθηκε για την αποθήκευση αμφορέων που το Μουσείο διαθέτει σε μεγάλο αριθμό. Σ? ένα ομοίωμα πλοίου που κατασκευάστηκε με χορηγία της Εταιρείας «ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΟΣ ΑΒΕΣ» «αποθηκεύτηκαν» οι αμφορείς ο ένας πάνω στον άλλο, με τον τρόπο που στοιβάζονταν στα αμπάρια των εμπορικών πλοίων κατά την αρχαιότητα. 

Το βραβείο του Συμβουλίου της Ευρώπης για το καλύτερο Μουσείο του 2005

Το 2005 το ΜΒΠ βραβεύθηκε ως το καλύτερο μουσείο της Ευρώπης, μια διάκριση που μέχρι στιγμής δεν κατόρθωσε κανένα άλλο ελληνικό μουσείο να λάβει.  Η επιτυχία δεν ανήκε σε έναν μόνο αλλά ήταν συλλογική και ανήκε σε όλους τους εργαζόμενους όλων των ειδικοτήτων. Η επιλογή του βασίστηκε στην «τέλεια ισορροπία» ανάμεσα σε διαφορετικούς τομείς, όπως η συντήρηση και η διατήρηση των αρχαίων αντικειμένων, η έρευνα, η εκπαίδευση, αλλά και η παρουσίαση των εκθεμάτων με τρόπο εμπεριστατωμένο και ταυτόχρονα ψυχαγωγικό.

Η ανακοίνωση της βράβευσης έγινε το Φθινόπωρο του 2004, την περίοδο που η Ελλάδα ζούσε στον απόηχο των Ολυμπιακών αγώνων και το χειροκρότημα χάθηκε μέσα στις πολύβουες εκδηλώσεις χαράς για την κατάκτηση του Euro. Η παράδοση του Βραβείου στο Στρασβούργο έγινε την Άνοιξη του 2005, αλλά και πάλι μας «κέρδισε» ο νεοελληνικός πολιτισμός. Η Έλενα Παπαρίζου είχε κερδίσει στο διαγωνισμό της Eurovision. Ο ελεύθερος και δημοκρατικός τύπος που πάντα στηρίζει τον πολιτισμό δεν μας ανέφερε ούτε στα ψιλά γράμματα!!! Οι ορκισμένοι φίλοι όμως του Μουσείου το χάρηκαν ιδιαίτερα και υποδέχτηκαν με μεγάλη συγκίνηση το ειδώλιο του Χουάν Μιρό «η κυρία με τα μικρά στήθη», που αποτελεί το βραβείο και κάθε χρόνο αλλάζει τόπο διαμονής. 

Κάποια στιγμή, στα πλαίσια μιας εκδήλωσης με ρώτησαν που κρύβεται το μυστικό της επιτυχίας του Μουσείου. Η απάντησή μου ήταν, στο γεγονός ότι ζούμε καθημερινά το Βυζάντιο και έτσι μπορούμε να το περάσουμε στον κόσμο με τον καλύτερο βιωματικό τρόπο. Διαθέτουμε τα πάντα: πορφυρογέννητους, αυτοκράτειρες, μυστικοσύμβουλους, αυλικούς, κόλακες, κληρονομικά οφίκια, ρουφιάνους, λαμόγια, γελωτοποιούς, ιππότες, αγωνιστές, καθώς και καθημερινές ίντριγκες, δολοπλοκίες, πισώπλατα μαχαιρώματα, ψιθύρους στους διαδρόμους, και καμιά φορά μικρές επαναστάσεις !!!!!!! 

«Την Άνοιξη αν δεν τη βρεις, τη φτιάχνεις»

«Την Άνοιξη αν δεν τη βρεις, τη φτιάχνεις» έγραψε ο Ελύτης. Ο καλύτερος τρόπος να προβλέψει κανείς το μέλλον του είναι να το δημιουργήσει. Το μέλλον του Μουσείου βρίσκεται κρυμμένο στο παρόν του, ένα παρόν όμως ομιχλώδες, που δεν μας επιτρέπει να κάνουμε ούτε την παραμικρή πρόβλεψη. Καβάλα απάνω σε ίσκινα άλογα τους ίσκιους μας κυνηγούμε (Ν. Καζαντζάκης). Και όπως συμβαίνει πάντα, το πρόβλημα ξεκινάει από τη στιγμή που αρχίζεις να το συνηθίζεις! Το τελευταίο διάστημα όλοι νιώθουμε ότι το τρένο του Μουσείου έχει αλλάξει πορεία προς άγνωστη κατεύθυνση. Ο εκτροχιασμός αυτός εύχομαι να μην μας οδηγήσει στο περίφημο «πέρασμα της Κασσάνδρας». 

Για άλλους ο πολιτισμός είναι ποσοτικός και για άλλους, ανάμεσά τους συγκαταλέγομαι και εγώ, ποιοτικός. Δεν έχει σημασία ο αριθμός των εκθέσεων, των δράσεων και των εκδηλώσεων χωρίς ουσία ή περιεχόμενο, αλλά το κύρος που αυτές διαθέτουν και πάνω από όλα αυτό που καταγράφεται ως παρακαταθήκη στον ευρύτερο πολιτισμό. Ούτε τα εγκαίνια, ούτε οι χαιρετισμοί και τα μεγάλα λόγια δημιουργούν πολιτισμό. Ανάπτυξη για χάρη της ανάπτυξης είναι η φιλοσοφία του καρκινικού κυττάρου. Η ποιότητα δεν απορρέει από τα χρήματα που διαθέτεις ως ίδρυμα, αλλά κυρίως από τη γνώση, την καλλιέργεια και το ανοικτό μυαλό. Θεωρώ ότι η εποχή των one men-women show έχει προ πολλού περάσει και όσοι εξακολουθούν να πιστεύουν ότι μπορούν να κάνουν τα πάντα και μάλιστα με επιτυχία, υπερεκτιμούν εαυτούς. 

Όταν συνειδητοποίησα ότι δεν μπορώ να αλλάξω το σύστημα, άρχισα να αγωνίζομαι να μην με αλλάξει αυτό. Κάποια στιγμή βέβαια ωριμάζεις και συνειδητοποιείς πως δεν χρειάζεται να αντιδράς σε κάθε είδους κατάσταση. Ποτέ δεν θα φτάσεις στον προορισμό σου αν σταματάς να ρίξεις πέτρα σε κάθε σκυλί που σου γαυγίζει. Απλά αφήνεις τους ανόητους να φέρονται ανόητα. Άλλωστε την έννοια του σεβασμού την καταλαβαίνουν μόνο αυτοί που έχουν μεγαλώσει με αξίες. Ο τρόπος με τον οποίο διαχειριζόμαστε ανθρώπους και καταστάσεις δείχνει την παιδεία, την καλλιέργεια και κυρίως την ανατροφή μας και όχι τα πτυχία που διαθέτουμε. 

Το Μουσείο δεν ανήκει σε κανέναν.

Δεν αποτελεί το «μαγαζάκι» κανενός. Όλοι έχουμε τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις. Όσο κι αν κάποιοι νέο-ένοικοι προσπαθούν να σβήσουν το παρελθόν του Μουσείου για λόγους προσωπικής έπαρσης (η μεγάλη ιδέα κάποιου για τον εαυτό του που εκδηλώνεται με αίσθημα ανωτερότητας και περιφρόνηση προς τους άλλους), δεν θα τα καταφέρουν. Για τους περισσότερους από τους εργαζόμενους η ιστορία του μουσείου ταυτίζεται με τη δική τους προσωπική ιστορία. Όπως έγραψε και ο Γιώργος Σεφέρης: «Σβήνοντας ένα κομμάτι από το παρελθόν είναι σαν να σβήνεις και ένα αντίστοιχο κομμάτι από το μέλλον». 

Επιμέλεια αφιερώματος: Βλάσης Καμπάνης, Δημοσιογράφος

ΠΗΓΗ:http://cityportal.gr/Λίγα λόγια για το συντάκτη του άρθρου

Author: Νέοι Καιροί εν Αιγίω Email:[email protected]

Προηγούμενο άρθροΔημοσιογράφος της Daily Mail παραληρεί για την Αθήνα
Επόμενο άρθρο4 ΡΩΣΙΚΑ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΑ ΓΡΑΜΜΑΤΟΣΗΜΑ